>
Τι αναφέρει το λεξικό /el.wiktionary.org
Ετυμολογία :...
βακέτα < ιταλική vacchetta (υποκοριστικό του vacca, "αγελάδα")
< λατινική vacca
Ουσιαστικό
βακέτα -θηλυκό
Δέρμα από ενήλικα βοοειδή που χρησιμοποιείται για την κατασκευή δερμάτινων ειδών.
Αγρινιώτικη έκφραση για την λέξη πόρνη.
Πηγή:https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%B2%CE%B1%CE%BA%CE%AD%CF%84%CE%B1
Ετυμολογία :...
βακέτα < ιταλική vacchetta (υποκοριστικό του vacca, "αγελάδα")
< λατινική vacca
Ουσιαστικό
βακέτα -θηλυκό
Δέρμα από ενήλικα βοοειδή που χρησιμοποιείται για την κατασκευή δερμάτινων ειδών.
Αγρινιώτικη έκφραση για την λέξη πόρνη.
Πηγή:https://el.wiktionary.org/wiki/%CE%B2%CE%B1%CE%BA%CE%AD%CF%84%CE%B1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια υβριστικά και συκοφαντικά δεν θα δημοσιεύονται!